Παρασκευή 7 Μαρτίου 2014

ΓΑΒ ΚΑΙ ΚΑΤΩ




Μπαίνοντας στην Ουκρανία, η Μαρίνα άρχισε να μας μιλάει για τον τόπο της, για την οικογένειά της που έμενε εκεί και τα δυό παιδιά της που είχε αφήσει πίσω, για την κατάσταση που επικρατούσε κάθε φορά που επέστρεφε, με τους φτωχούς συγγενείς της που την επισκέπτονταν και την ξεπαράδιαζαν, νομίζοντας πως στην Ελλάδα είναι πλούσια. Επίσης μας έλεγε πόσο στοιχίζει η βίζα για να έρθει κάποιος στην Ελλάδα, γύρω στα 1000 ευρώ, με αποτέλεσμα να διασπαστεί η οικογένεια.

Μ' αυτή την κουβέντα, φτάσαμε στον συνοριακό σταθμό που ο Κατιόνακ μας διαφήμιζε, το Τσοπ. Εκεί θα καθόμασταν πάνω από 8 ώρες. Σ' αυτό το χρονικό διάστημα το βαγονέτο μας θα άλλαζε ρόδες, για να προσαρμοστεί για τις ράγες προς τη Μόσχα. Η ζέστη εξακολουθούσε να είναι αφόρητη και μας έκανε εντύπωση, γιατί όσο πλησιάζαμε στη Ρωσία δεν έλεγε να δροσίσει...



Με αρχηγούς τους δύο Κάπτεν και ξεναγούς, πήγαμε όλοι μαζί στο σούπερ μάρκετ, πίσω από το σταθμό, και εφοδιαστήκαμε με τα είδη πρώτης ανάγκης, δευτέρας διαλογής, του τρίτου κόσμου.
Για μας οι τιμές ήταν σχεδόν εξευτελιστικές, ενώ η Μαρίνα μας τόνισε ότι σε σχέση με το παρελθόν, έχουν αυξηθεί δραματικά και αμφέβαλλε αν ο κόσμος μπορούσε να ανταπεξέλθει. Τρανό παράδειγμα, οι μισθοί των δύο Κάπτεν του βαγονέτου, που ανέρχονταν σε 80 ευρώ το μήνα.

Αποξηραμένοι ουκρανικοί μεζέδες

   Πορτοκάλια σε ατομική συσκευασία - κι αυτά αποξηραμένα (δεν είχαν χυμό ούτε για δείγμα)


Ένας δημοφιλής μεζές στην Ουκρανία είναι τα ολόκληρα αποξηραμένα θαλασσινά και ψάρια, που είναι περιζήτητη λιχουδιά (αλλά δεν τρώγονται) και πάνε κάτω με μπόλικα λίτρα βότκας. Είχε πολύ ωραία τυριά, χαρτί υγείας που γδέρνει, σε ποικίλα χρώματα και με άρωμα θανάτου...
Όταν η Ιβάννα σκούπισε τα χέρια της με ένα υγρό κομματάκι χαρτιού υγείας, με την επωνυμία  ΓΑΒ και σήμα το σκύλο, διαπίστωσε ότι σκυλοβρωμούσε, δηλαδή ήταν όνομα και πράγμα! Σίγουρα ήταν φτιαγμένο από ανακυκλωμένο χαρτί, αγνώστου προέλευσης, ίσως κι από κάδο τουαλέτας...

                                 
                                                  Χαρτί υγείας ΓΑΒ στα εθνικά χρώματα της χώρας


 Έξω από το σούπερ μάρκετ βρίσκονταν κάποιοι μεθυσμένοι τύποι που ζητούσαν λεφτά για να πιουν άλλη μια μπύρα στην υγειά μας. Τους προσπεράσαμε κι αφού πήγαμε στο τρένο να αφήσουμε τις σακούλες γεμάτες με πράγματα, κυρίως αναψυκτικά και βότκες, πήγαμε στην πιο κοντινή καφετέρια και παραγγείλαμε λουκούλειο γεύμα. Η Μαρίνα είχε παραξενευτεί με το μέρος, γιατί μιλούσαν μια ακατανόητη γι' αυτήν διάλεκτο, ρώσικα με ουγγρική προφορά ή το αντίθετο; Ποιος ξέρει...

To σούπερ μάρκετ του Τσοπ και all day bar

Η φιλόξενη και δροσερή καφετέρια
H τοπική ενορία

Η κεντρική πλατεία του Τσοπ
                                                 

Το γυναικείο μηνιαίο μακελειό άφησε κάποιο θύμα στο τρένο, χλωμό και κάτωχρο από την ταλαιπώρια. Η Αντιγκόνα δεν άντεχε άλλο και σφαδάζοντας από τους πόνους, επέστρεψε στο τρένο, που μόνο εκεί τελικά, παρ'όλη τη ζέστη, μπορούσε να βρει λίγη θαλπωρή κι ένα κρεβάτι, για να γείρει το κορμί της. Συνάντησε μόνον στο τρένο, το μικρό χοντρούλη- κλαψιάρη, που είχε όρεξη για κουβέντα. 'Οπως διαπιστώθηκε, τα αγγλικά του ήταν πάρα πολύ καλά και τα θέματα που άνοιγε πάρα πολύ ενδιαφέροντα και πολύ προχωρημένα για την ηλικία του, όπως οι προβληματισμοί του για τους εξωγήινους και τους γκέι. Η Αντιγκόνα του πρόσφερε καπνιστό ουκρανικό τυρί και ντολμά φερμένο από την Αθήνα (εκτός ψυγείου, τριών ημερών) και με χαρά ο χοντρούλης δέχτηκε το κέρασμα, μιας κι η μάνα του δεν θα τον έβλεπε, αφού έλειπε από το βαγονέτο. Ήταν τελικά πολύ κοινωνικός και δε φαινόταν πρόθυμος να ξανακλάψει. Σε λίγο φάνηκε ο μικρός του αδερφός και άρχισαν να κυνηγιούνται στον υπερβολικά στενό διάδρομο του σταθμευμένου βαγονέτου, αλλά και μέσα στο κουπέ της Αντιγκόνας. Εκείνη ευγενικά του είπε να κλείσει την πόρτα, για να απαλλαχτεί από την πάρλα του -παρ'όλο που κλείνοντάς την θα έσκαγε από τη ζέστη- και του είπε ότι όταν θα ξυπνούσε θα τον φώναζε και πάλι να συζητήσουν.
Αργότερα επέστρεψαν κι όλοι οι υπόλοιποι επιβάτες του βαγονέτου παρέα με τους Κάπτεν. Ήταν φανερό ότι είχε σπάσει ο πάγος και είχαν αρχίσει να νιώθουν όλοι μαζί σαν μια οικογένεια και να πίνουν βότκα, τσουγκρίζοντας τα πλαστικά ποτήρια τους. Ως δια μαγείας, οι Κάπτεν μίλησαν και αγγλικά, ο Κατιόνακ λίγα ιταλικά, και μας εκμυστηρεύτηκε ότι το όνειρό του ήταν να κάνει ταξίδια με το βαγονέτο του στην Ιταλία. Όλοι πίναν και γλεντούσαν στο μπροστινό μέρος του βαγονέτου, κοντά στα κουπέ των Κάπτεν, ενώ στο πίσω μέρος κρυφά, εξαφανίσαμε τα ίχνη που μύρισε ο αστυνομικός σκύλος ...


Όταν τελικά σκοτείνιασε, είπαμε να επισκεφτούμε το Τσοπ by night. Οι επιλογές δεν ήταν και πολλές. Λιγοστά μαγαζιά, και αρκετοί θαμώνες έξω από το σούπερ μάρκετ, ίσως κι οι ίδιοι από το πρωί.
Ο φωτισμός ήταν κόκκινος και τρομακτικός, η ατμόσφαιρα άγρια και ηλεκτρισμένη... Ανάμεσά μας κυκλοφορούσαν μεθυσμένοι, μιλώντας μας ακαταλαβίστικα. Τελικά αυτή η πόλη μας φόβιζε, γι΄αυτό επιστρέψαμε στο σταθμό για να πιούμε ανενόχλητες τις βότκες μας, με την καινούργια μας οικογένεια. Μόνη συντροφιά μας ήταν κάτι εργαζόμενοι του σταθμού, που μας παρακολουθούσαν βουβά και διακριτικά...


Αργά το βράδυ λίγο πριν την αναχώρηση, η Ιβάννα έφτιαξε στο κουπέ της ένα πλήρως εξοπλισμένο μπαρ εφοδιασμένο με τοπικά ποτά, που με ενθουσιασμό περίμενε να δοκιμάσει. Κάλεσε όλα τα κορίτσια, αλλά φυσικά ο Κατιόνακ γυρόφερνε το χώρο κι έλεγε κρύα αστεία. Σκεπτόμενος με το κάτω κεφάλι, μας αποκάλεσε "ευγενικές ψυχές" και το μάτι του είχε κολλήσει στο μπούστο της ωραίας Μαρίνας. Εκείνη γελούσε τσαχπίνικα, μετά από λίγο μας χαιρέτησε τραγουδιστά, βγήκε χαμογελώντας από το κουπέ κι εξαφανίστηκε για όλο το υπόλοιπο βράδυ ...

Είχαμε ήδη κοιμηθεί όλοι, όταν ξεκίνησε το τρένο, όλοι εκτός από την Αντιγκόνα, που από το τράνταγμα του τρένου ξύπνησε, κι έκτοτε δεν ξανακοιμήθηκε, λόγω της επήρειας του energy drink. Ατένιζε το χάραμα μέσα από το μικρό επτασφράγιστο παραθυράκι με τις βαριές κουρτίνες στο πλάι, μέχρι που τα μάτια της γέμισαν με κάτι οροσειρές με κάστρα διασκορπισμένα, που υποψιαζόταν ότι ήταν τα Καρπάθια. Το τρένο σταμάτησε για λίγο σε εκείνο τον παράξενο τόπο κι επιβιβάστηκαν ταξιδιώτες με αταίριαστα ρούχα και με πρησμένα από την αυπνία μάτια, που της κίνησαν την περιέργεια. Όμως αυτοί ανέβηκαν σε κάποιο από τα άλλα βαγόνια που μας έσερναν. Άρχισε να ζωγραφίζει γιατί το τοπίο της έφερε έμπνευση κι έτσι χαζεύοντας από το παράθυρο, αποκοιμήθηκε γλυκά στη θέα των Καρπαθίων. Στο διπλανό κουπέ, η Ιβάννα ευτυχώς είχε ξυπνήσει κι εκείνη πολύ πρωί και κοίταζε έκπληκτη το φανταστικό τοπίο που ήταν βυθισμένο στην ομίχλη.  **


** Για τη συνέχεια κάντε κλικ στις "Παλαιότερες αναρτήσεις".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου